Η γλυκότη* του μεσημεριανού ύπνου κι η μνήμη του Ιδρώτα
Το απόγευμα πήγα
για περπάτημα. Η ζέστη ήταν μεγάλη. Μετά από μία ώρα και δέκα λεπτά, ξάπλωσα λαχανιασμένος
ανάσκελα στα σχεδόν ξερά χόρτα, στον λόφο απέναντι απ’ τον Χορτιάτη. Το βλέμμα
μου χάθηκε στον ουρανό. Κάποια στιγμή, έβαλα το καπέλο πάνω στο πρόσωπο μου κι
έκλεισα τα μάτια μου…
Ο έντονη μυρωδιά
του ιδρώτα που ανάδιδε το καπέλο, ενεργοποίησε αστραπιαία τον ιππόκαμπο και την
αμυγδαλή στον εγκέφαλο μου, μεταφέροντας με πολλά χρόνια, πίσω..
Βρέθηκα, αυγουστιάτικο
μεσημέρι, καυτό, να ντιντινίζει* ο αέρας από την πολλή ζέστη, ξαπλωμένος
κάτω από την σκιά μιας ελιάς.
Είχε προηγηθεί
από το πρωί το κουβάλημα των σταφυλιών, με τα κοφίνια δυο-δυο στους ώμους, από
το αμπέλι στον οψιγιά, από μονοπάτι μακρύ, ανηφορικό και δύσκολο κι αφού τ’ αδειάζαμε
στα τρύπια τζιγκάκια για να αλουσιδιαστούν και να τ’ απλώσουν για να ξεραθούν
και να γίνουν σταφίδα, παίρναμε τ’ άδεια
κοφίνια και ξανά τον κατήφορο τώρα, για να τα αφήσουμε στους κόφτες να τα
γεμίσουν και να φορτωθούμε άλλα, γεμάτα και ξανά τον ανήφορο, λες κι είμασταν
εγγόνια του Σίσυφου.
Κατά τη μία
σταματούσαμε για φαΐ το οποίο τις περισσότερες φορές, το μαγείρευαν επιτόπου.
Καθόμασταν κάτω από την ελιά και τρώγαμε κι ύστερα είχε μισή ώρα ξεκούραση.
Ξαπλώναμε στο
χώμα ανάσκελα, μ’ ανοικτό πουκάμισο, περιμένοντας να φυσήξει λίγο, έστω κι ας
ήταν λίβας, με τον ιδρώτα να τρέχει από το στέρνο και το μέτωπο, ανακατεμένο με
τη σκόνη, και τα πόδια να τρέμουν από την κούραση..
Και να, που τα
μάτια κλείνουν απ’ την κούραση κι η γλυκότη του μεσημεριανού ύπνου με
πλημμυρίζει κι ονειρεύομαι δροσερά κρυσταλλένια νερά να τρέχουν, και κήπους
κρεμαστούς γεμάτους ανθισμένες λεμονιές να μοσχοβολούν, κι εγώ πάνω σ’ ένα
ολοκαίνουργιο ποδήλατο να τρέχω ξένοιαστος! (Πόση φασκομηλιά και ρίγανη μάζεψα
για να την πουλήσω τάχα μου κι έτσι ν’ αγοράσω ένα ποδήλατο, πράγμα βέβαια που
δεν έγινε ποτέ.. Μα να γιατί είναι σπουδαία τα όνειρα: Πραγματοποιούν αυτό που
δεν μπορείς να πραγματοποιήσεις, χωρίς να σ’ αφήσουν την αίσθηση του
ανολοκλήρωτου ως επίγευση)
Ο ύπνος δεν κρατούσε
πάνω από είκοσι λεπτά. Κάποιος σε ξυπνούσε και να, πάλι από την αρχή, ν’
ανεβοκατεβαίνεις το μονοπάτι φορτωμένος μέχρι τ’ αποβασίλεμα..
Λέγοντας όλα τα
παραπάνω, θέλω να πω πως οι μνήμες που ανασύρονται ξαφνικά λόγω της όσφρησης
είναι τόσο ορμητικές και ισχυρές όταν συμβαίνει, μεταφέροντας με σχεδόν
πάντα στην παιδική μου ηλικία κι αφήνοντας μου πάντα στο τέλος την αίσθηση ότι κάπου
εκεί βρίσκεται ακόμη ζωντανό το παιδί που κάποτε υπήρξα..
Βέβαια μετά το
πέρασμα τόσων χρόνων από τότε, δεν μπορώ να παραβλέψω πως, αργά, υποδόρια
σχεδόν, άρχισε να εγκαθίσταται εντός μου, το δριμύ ψύχος της μοναξιάς, αποτέλεσμα
της τραγικότητας της ύπαρξης, όπως λένε αυτοί που ξέρουν..
Έτσι ‘ναι μάτια
μου η ζωή. Η εντροπία πάντα επικρατεί στο τέλος.. Τυχεροί όσοι μπορούν και το
παραβλέπουν, προτιμώντας την Ζωή..
* γλυκότη = γλυκύτητα. Αυτή την λέξη χρησιμοποιούσε η μάνα μου.
Ερωτόκριτος = «Το
σύνθεμα του τραγουδιού και του σκοπού η γλυκότη»
ντιντινίζει*=κυματίζει
** Αφιερωμένο
στο μέσα μας παιδί
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα